- Μαγνησίας, νομός
- Διοικητική διαίρεση (2.636 τ. χλμ., 206.995 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας, που ωστόσο δεν συμπίπτει εντελώς με τα όρια της περιοχής της αρχαίας Μαγνησίας. Ο σημερινός ν.Μ. συνορεύει στα Β και στα Δ με τον νομό Λαρίσης, στα Ν με τον νομό Φθιώτιδος, ενώ βρέχεται στα Α από το Αιγαίο, και πιο συγκεκριμένα στα ΝΑ από τον Παγασητικό κόλπο. Πρωτεύουσα του νομού είναι ο Βόλος (βλ. λ.). Στον ν.Μ. υπάγονται διοικητικά και οι Βόρειες Σποράδες (Σκιάθος, Σκόπελος και Αλόννησος, με τα μικρότερα νησιά), εκτός της Σκύρου που υπάγεται διοικητικά στον νομό Ευβοίας.
Διοικητική διαίρεση. Μέχρι τη διοικητική ανασυγκρότηση της χώρας με το σχέδιο Καποδίστριας, ο ν.Μ. χωριζόταν σε τρεις επαρχίες: Βόλου, με πρωτεύουσα τον Βόλο, Αλμυρού, με πρωτεύουσα τον Αλμυρό, και Σκοπέλου (περιλάμβανε τις Βόρειες Σποράδες), με πρωτεύουσα τη Σκόπελο. Από το 1997, ο νομός υπάγεται στην περιφέρεια Θεσσαλίας και χωρίζεται σε 22 δήμους και 4 κοινότητες· πιο συγκεκριμένα, στους δήμους Βόλου, Αγριάς, Αισωνίας, Αλμυρού, Αλοννήσου, Αργαλαστής, Αρτέμιδας, Αφετών, Ζαγοράς, Ιωλκού, Κάρλας, Μηλεών, Μουρεσίου, Νέας Αγχιάλου, Νέας Ιωνίας, Πορταριάς, Πτελεού, Σηπιάδος, Σκιάθου, Σκοπέλου, Σούρπης και Φερών, και στις κοινότητες Ανάβρας, Κεραμιδίου, Μακρινίτσης και Τρικερίου.
Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Το ανάγλυφο του ν.Μ. διαμορφώνεται βασικά από τους ορεινούς όγκους Μαυροβουνίου-Πηλίου και του βόρειου τμήματος της Όθρυος, μεταξύ των οποίων σχηματίζονται οι πεδιάδες του Αλμυρού και του Βόλου-Βελεστίνου, τις οποίες χωρίζει η χαμηλή βουνοσειρά του Χαλκοδονίου. Το Μαυροβούνι, ασβεστολιθικό και κρυσταλλικό όρος με πολλά δάση, ιδίως στο νότιο τμήμα του, καταλαμβάνει το βορειότερο τμήμα του νομού και συνεχίζεται στον νομό Λαρίσης, όπου βρίσκεται και η ψηλότερη κορυφή του (1.054 μ.). Προέκτασή του προς τα Ν αποτελεί το Πήλιο, το βασικό βουνό του ν.Μ. Η Όθρυς κλείνει τον ν.Μ. προς τα Ν και τον χωρίζει από τον νομό Φθιώτιδος· η ψηλότερη κορυφή της (Γερακοβούνι, 1.726 μ.) βρίσκεται στα σύνορα ακριβώς των δύο νομών, αρχίζει από το ακρωτήριο Σταυρός, στην είσοδο του Παγασητικού, και προχωρεί στα Δ με κορυφές ολοένα ψηλότερες, για να φτάσει στον ψηλότερο όγκο της στο νοτιοδυτικό τμήμα του νομού (Ξεροβούνι, 1.454 μ.· Αραπάς 1.291 μ.). Προς την ακτή του Παγασητικού και απέναντι από το Τρίκερι, υψώνεται απομονωμένο το Χλωμό όρος. Η πεδιάδα του Αλμυρού, που απλώνεται μεταξύ του Χαλκοδονίου και της Όθρυος, είναι η βασική πεδιάδα του ν.Μ. Η πεδιάδα Βόλου-Βελεστίνου, χαμηλή περιοχή μεταξύ Χαλκοδονίου και Πηλίου, αποτελεί συνέχεια της μεγάλης πεδιάδας της Λάρισας. Στην περιοχή αυτή βρίσκεται και η αποξηραμένη σήμερα λίμνη Κάρλα ή Βοιβηίς. Η ακτή του ν.Μ. στο Αιγαίο είναι γενικά αλίμενη, καθώς το Μαυροβούνι και το Πήλιο κλείνουν απότομα προς τη θάλασσα, και μόνο σε λίγα σημεία σχηματίζονται χαμηλές παραλιακές ζώνες, όπου βρίσκονται μερικά από τα ωραιότερα χωριά του Πηλίου. Πιο Ν, μετά το ακρωτήριο Σηπιάς, η ακτή κάμπτεται προς τα Δ και σχηματίζει την είσοδο του Παγασητικού κόλπου, ο οποίος έχει σχηματιστεί από ευρεία καταβύθιση ύστερα από διαρρήξεις, στις οποίες οφείλονται και οι σεισμοί της περιοχής. Ο Παγασητικός αρχίζει από τα ακρωτήρια Καβούλια (στο Τρίκερι) δεξιά και Σταυρός αριστερά. Ο εσωτερικός διαμελισμός του παρουσιάζει αρκετή ποικιλία: στη δυτική ακτή του σχηματίζονται οι όρμοι Πτελεού, Νιες, Μαλιάπολης, Σούρπης και ο μεγαλύτερος όρμος του Αλμυρού· στον μυχό του σχηματίζεται ο κόλπος του Βόλου· στον ανατολικό του βραχίονα, που σχηματίζεται από το Πήλιο, η ακτή παρουσιάζει μεγαλύτερη ποικιλία· Α της εισόδου του βρίσκονται τα νησάκια Παλαιό Τρίκερι, Πυθού, Στρογγύλη κ.ά.
Το υδρογραφικό δίκτυο της Μ. είναι περιορισμένο. Η Όθρυς διαρρέεται από μικρούς ποταμούς, οι οποίοι αποχετεύουν συγχρόνως και την πεδιάδα του Αλμυρού: Πλατανόρεμα, Koκάριος, Χολόρεμα. Τα νερά του Πηλίου αποχετεύονται κατευθείαν στο Αιγαίο.
Το κλίμα της Μ. παρουσιάζει αρκετές διαφοροποιήσεις στις διάφορες περιοχές της, γενικά όμως είναι εύκρατο, επειδή η περιοχή δέχεται την ευεργετική επίδραση της θάλασσας. Ο Βόλος έχει μέση ετήσια θερμοκρασία 16,9°C, με μέση Ιανουαρίου 7,6°C και Ιουλίου 26,6°C. Οι βροχοπτώσεις δεν είναι μεγάλες (500-600 χιλιοστά)· εξαίρεση αποτελεί το ανατολικό Πήλιο.
Οικονομία. Ο ν.M. είναι η πιο ανεπτυγμένη βιομηχανικά περιοχή της Ελλάδας, μετά τους νομούς Αττικής, Θεσσαλονίκης και Αχαΐας. Η αγροτική παραγωγή του αποτελείται από σχετικά μεγάλη ποικιλία προϊόντων και το εισόδημα από το εμπόριο, τον τουρισμό, τις μεταφορές, την αλιεία κλπ. είναι αξιόλογο.
Η οικονομία του ν.Μ. βασίστηκε στη δημιουργία και στην ανάπτυξη της πόλης και του λιμανιού του Βόλου, που έγινε το συγκοινωνιακό, εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο ολόκληρης της Θεσσαλίας.
Στον ν.M., σε αντίθεση με τους άλλους νομούς της Θεσσαλίας οι δεντροκαλλιέργειες αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ένα τρίτο και αποτελούνται κατά τα τρία τέταρτα από ελιές και κατά το υπόλοιπο από αμυγδαλιές, μηλιές, αχλαδιές κλπ., ενώ η Σκόπελος παράγει το μεγαλύτερο τμήμα των εγχώριων δαμάσκηνων. Στον ν.Μ. παράγεται επίσης ντομάτα και άλλα λαχανικά και κηπευτικά.
Ο ν.Μ. είναι άλλωστε ο πιο πυκνοκατοικημένος νομός της περιφέρειας Θεσσαλίας. Αυτό οφείλεται στην ύπαρξη του Βόλου, μεγάλου αστικού κέντρου της χώρας (82.439 κάτ.).
Ιστορία. Η Μαγνησία κατά την αρχαιότητα ήταν χώρα περίοικος της Θεσσαλίας. Αυτό σημαίνει ότι και μετά την κάθοδο των Θεσσαλών διατήρησε την αυτονομία της, απομονώθηκε με κάποιον τρόπο και ανέπτυξε ιδιαίτερη οικονομική δραστηριότητα, διατηρώντας συγχρόνως και τις πανάρχαιες μαγνητικές λατρείες, λείψανα των οποίων επέζησαν έως τα ιστορικά χρόνια και μπορούν να εντοπιστούν μέσα στις επιγραφικές μαρτυρίες που διασώθηκαν. Η Μαγνητική χώρα κατά την αρχαιότητα καταλάμβανε την ορεινή λωρίδα που ξεκινάει από τις εκβολές του Πηνειού και καταλήγει στη χαρακτηριστική χερσόνησο των Τρικέρων. Τα ανατολικά της όρια ήταν το Αιγαίο, που περιβρέχει τις ανατολικές ακτές του Κίσαβου (Όσας), του Μαυροβουνίου και του Πηλίου, διαμελίζοντάς τις σε γραφικά λιμανάκια, μερικά από τα οποία έχουν συνδεθεί με σημαντικές στιγμές της ελληνικής ιστορίας. Τα δυτικά της όρια ήταν η νοητή γραμμή που ξεκινάει από τον Ομόλιο των Τεμπών, κόβει την Όσα στα δύο, κατεβαίνει στον κάμπο της Αγιάς, περνάει από την αποξηραμένη σήμερα Βοιβηίδα λίμνη (Κάρλα) και καταλήγει στη σημερινή παραθαλάσσια θέση του Βόλου Πευκάκια, περικλείοντας στη Μαγνητική χώρα και την αρχαία πόλη της Δημητριάδος. Ο περίεργος οριζόντιος διαμελισμός της Μαγνητικής χερσονήσου σχηματίζει μια αγκαλιά, το νοτιοανατολικό σκέλος της οποίας, στραμμένο προς τα Δ, σχηματίζει τον απάνεμο Παγασητικό κόλπο, που πήρε την ονομασία του από την Πελασγική πόλη Παγασαί.
Ο σημερινός ν.Μ. έχει διαφορετικά όρια και άλλη έκταση· δεν περιλαμβάνει τις αρχαίες βόρειες περιοχές της Όσας και του Μαυροβουνίου. Αρχίζει από τα νοτιοανατολικά όρια του Αγιόκαμπου, προς τα Δ φτάνει έως το Βελεστίνο, τις Φερές της αρχαίας Πελασγιώτιδος, και προς τα Ν καταλήγει στο ακρωτήριο Σταυρός, το αρχαίο Πασείδιον. Σήμερα δηλαδή ανήκουν στον ν.Μ. περιοχές που κατά την αρχαιότητα ήταν χώρες της Πελασγιώτιδος και της Αχαΐας Φθιώτιδος, όπως είναι οι περιοχές των Παγασών, του Βελεστίνου, της Νέας Αγχιάλου και του Αλμυρού.
Το ότι η Μαγνησία κατοικήθηκε από τα πρώιμα προϊστορικά χρόνια αποδεικνύεται από τους δεκάδες νεολιθικούς οικισμούς που εντοπίστηκαν και έως ένα σημείο ερευνήθηκαν μέσα στην περιοχή της. Οι σπουδαιότεροι από αυτούς είναι το Σέσκλο, το Διμήνι, και η Πύρασος. Και στους τρεις αυτούς νεολιθικούς οικισμούς αποκαλύφθηκαν κατοικίες που ανάγονται στις πρώιμες περιόδους της εποχής του λίθου. Στο Σέσκλο μάλιστα και στην Πύρασο αποκαλύφθηκαν στοιχεία πολιτισμού των αρχών της 7ης χιλιετίας π.Χ. Τα πλούσια επιφανειακά ευρήματα, ωστόσο, αποδεικνύουν εύκολα ότι όλα τα παράλια της δυτικής πλευράς του Παγασητικού αλλά και το εσωτερικό του σημερινού ν.Μ., έως την ορεινή περιοχή της Μελίβοιας, ήταν κατοικημένα από τη νεολιθική εποχή. Η Μαγνησία ήταν πυκνά κατοικημένη από έναν πληθυσμό που είχε αναπτύξει αξιόλογο πολιτισμό, διαδραματίζοντας ταυτόχρονα σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη ιστορία στον τομέα διαμόρφωσης βασικών τρόπων ζωής, όπως είναι η επινόηση και η άσκηση της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, της κεραμικής, των εμπορικών συναλλαγών και των διάφορων αρχιτεκτονικών τρόπων.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, γενάρχης των Μαγνήτων ήταν ο γιος του Αιόλου και πατέρας του μυθικού μουσικού Λίνου, ο Μάγνης (βλ. λ.). Γι’ αυτό και οι Μάγνητες θεωρούνταν αιολικός λαός, που διακρινόταν για την τόλμη του και τις ναυτιλιακές του γνώσεις. Οι Μάγνητες συμμετείχαν στο Αμφικτιονικό συνέδριο και αποτελούσαν ιδιαίτερη πολιτική ενότητα μέσα στον ευρύτερο θεσσαλικό χώρο, το Κοινό των Μαγνήτων· είχαν δικές τους λατρείες, λάτρευαν ιδιαίτερα τους δικούς τους θεούς, όπως ήταν ο Ακραίος Δίας, η Ιωλκία Άρτεμις και ο Κορωπαίος Απόλλων, και διέπονταν από δικούς τους νόμους και πολιτική νοοτροπία.
Φυσικά οι Μάγνητες δεν ήταν ο μόνος λαός που κατοίκησε μέσα στα όρια του σημερινού ν.Μ. Η επιστήμη σήμερα, βασισμένη πιο πολύ σε γλωσσολογικές έρευνες, υποστηρίζει ότι από την περιοχή αυτή πέρασαν και κατοίκησαν και άλλα φύλα, τα οποία με την παρουσία τους και τα χαρακτηριστικά πολιτιστικά τους κατάλοιπα διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό τη φυσιογνωμία του τόπου. Τέτοια φύλα ήταν οι Αίμονες, που πιστεύεται ότι ήρθαν στην περιοχή της Μαγνησίας στις αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ. · οι Φλεγύες, που τοποθετούνται στην περιοχή της Βοιβηίδας λίμνης στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. · οι Πελασγοί, οι Φθιώτες Αχαιοί και το πιο ξακουστό από τα φύλα της ελληνικής μυθολογίας, οι Λαπίθες, οι οποίοι έγιναν τόσο γνωστοί, μαζί με τον ήρωα αρχηγό τους Θησέα, για τους αγώνες τους με τα τέρατα του Πηλίου, τους Κενταύρους, που και αυτοί με τη σειρά τους αναφέρονται ως κάτοικοι της Μαγνησίας. Τέλος ως κάτοικοι της Μαγνητικής χώρας αναφέρονται και οι Μινύες, των οποίων η παρουσία, σύμφωνα με μια τελευταία επιστημονική άποψη, καθίσταται προβληματική και ως ένα σημείο ασαφής. Ωστόσο οι Μινύες συνδέονται με την αρχαία πόλη της Μαγνησίας, την περίφημη Ιωλκό, και μάλιστα με την πρώτη πανελλήνια πολεμική επιχείρηση, την Αργοναυτική εκστρατεία.
Για το έθνος των Μαγνητών και τις σπουδαίες πόλεις του κατά την εποχή του Τρωικού πολέμου εξαιρετική πηγή θεωρείται ο Όμηρος. Στον γνωστό νηών κατάλογο αναφέρονται ως εταίροι του μεγάλου τρωικού έργου, οι Μάγνητες με αρχηγό τους τον τραγικό βασιλιά Φιλοκτήτη και τον Εύμηλο, οι οποίοι οδήγησαν τα μαγνητικά καράβια που επάνδρωσαν οι επτά σπουδαιότερες πόλεις της Μυκηναϊκής Μαγνησίας. Οι πόλεις αυτές ήταν η Ιωλκός, η Μεθώνη, η Ολιζών, η Θαυμακίη, η Μελίβοια, η Βοίβη και οι Γλαφυρές. Μετά τα μυκηναϊκά χρόνια οι πόλεις αυτές άρχισαν να παρακμάζουν· έτσι εξήντα χρόνια μετά τα Τρωικά, όταν κατέβηκαν οι Θεσσαλοί, κατέστησαν τους Μάγνητες φόρου υποτελείς. Το κοινό όμως των Μαγνητών συνέχισε να ακολουθεί αυτόνομο την ιστορική του μοίρα. Άλλες πόλεις ιδρύθηκαν στα παράλια του Παγασητικού και στην πλευρά του Αιγαίου. Στα έργα των νεότερων από τον Όμηρο συγγραφέων –Στράβων, Πλίνιος, Πλούταρχος, Σκύλαξ– αναφέρονται καινούργιες πόλεις, όπως η Δημητριάδα, η Νήλεια, η Κορώπη, τα Σπάλαθρα και το Ορμίνιο στις ακτές του Παγασητικού, καθώς και η Κασθαναία, η Ριζούντα, και η Ευρυμενάς στην πλευρά του Αιγαίου· άλλες μαγνητικές πόλεις που αναφέρονται είναι η Άμμυρος, το Δώτιον, η Λακέρεια και το Συκούριον. Βέβαια μέσα στα όρια του σημερινού ν.Μ. πρέπει να αναφερθούν και οι πελασγικές πόλεις Φερές με το επίνειό τους τις Παγασές· και ακόμα οι πόλεις της Αχαΐας Φθιώτιδος Πύρασος, Φθιώτιδες Θήβες και Άλος. Βέβαια, οι περισσότερες από αυτές ήταν μικρές και ασήμαντες πόλεις, που ιδρύθηκαν σε αγροτικές θέσεις ή σε επίκαιρα λιμάνια που εξυπηρετούσαν το εμπόριο της μεσόγειας θεσσαλικής χώρας. Σταδιακά λοιπόν έφθιναν και παράκμαζαν έως τις αρχές του 3ου αι. π.Χ., οπότε οι περισσότερες συνοικίστηκαν από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή, για να αποτελέσουν τη μεγάλη πόλη της Δημητριάδας, κοντά στην πελασγική πόλη των Παγασών, την οποία οι Φεραίοι, ηγεμόνες πια της Θεσσαλίας, οργάνωσαν τον 6o αι. π.Χ. ως δικό τους επίνειο για να ανταγωνιστούν, όπως το κατόρθωσαν, το άλλο σημαντικό επίνειο των Θεσσαλών, την Ιωλκό.
Έως την ίδρυση της Δημητριάδας, το 293 π.Χ., η Μαγνησία, παρά το γεγονός ότι ήταν μια «περίοικος χώρα» με ιδιαίτερους οικονομικούς και άλλους πολιτιστικούς προσανατολισμούς, ακολούθησε την υπόλοιπη Θεσσαλία στις μεγάλες ιστορικές στιγμές. Έτσι ο Ηρόδοτος παραδίδει ότι οι Μάγνητες μαζί με τους Περραιβούς, τους Δόλοπες και τους Αχαιούς έδωσαν «γην και ύδωρ» στους Πέρσες, όπως όλοι οι υπόλοιποι Θεσσαλοί, και στα μέσα του 4ου αι. π.Χ., όταν ο Φίλιππος νίκησε τους Φεραίους τυράννους και κατέλυσε την πολιτική και τη στρατιωτική δύναμη των Θεσσαλών, η Μαγνησία έγινε μια μικρή και ασήμαντη επαρχία του μακεδονικού κράτους με μοναδικό κέντρο ακμής τη μακεδονική Δημητριάδα. Η νέα αυτή υποτέλεια των Μαγνητών, όπως και όλων των άλλων θεσσαλικών κοινών, διατηρήθηκε έως τον 2o αι. π.Χ. οπότε ο Τίτος Φλαμινίνος, Ρωμαίος ύπατος και νικητής των Μακεδόνων, έδωσε πάλι στους Θεσσαλομάγνητες την πολιτική και στρατιωτική ανεξαρτησία τους.
Στη βυζαντινή περίοδο, η Μαγνησία, όπως και η υπόλοιπη Θεσσαλία, δέχτηκε αλλεπάλληλες –περισσότερο ή λιγότερο καταστροφικές– επιδρομές, ενώ συγχρόνως στα παράλια η απειλή των πειρατών ήταν μια μόνιμη πληγή. Κατά την παλαιοχριστιανική εποχή η πιο σημαντική πόλη του Παγασητικού ήταν οι χριστιανικές Φθιώτιδες Θήβες (Νέα Αγχίαλος). Η Δημητριάδα είχε χάσει τη θέση της μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση και οι άλλες πόλεις, των οποίων τα ερείπια έχουν επισημανθεί σε διάφορες θέσεις –Ιωλκός, Λάι, Πλατανίδια, Τσιγκέλι κ.α.– δεν φαίνεται να είχαν τη σημασία των Φθιώτιδων Θηβών. Τον 6o αι. μ.Χ. εισέβαλαν στη χώρα αλλεπάλληλα κύματα βαρβάρων επιδρομέων και ο Ιουστινιανός ενίσχυσε την άμυνα: έχτισε στη Δημητριάδα καινούργια τείχη, επειδή τα παλιά είχαν γκρεμιστεί από τη ρωμαϊκή εποχή, και επισκεύασε τα τείχη των Φθιώτιδων Θηβών. Μετά τα μέσα όμως του 7ου αι. η ακμάζουσα αυτή πόλη, οι Φθιώτιδες Θήβες, καταστράφηκε ολοκληρωτικά από τους επιδρομείς και δεν εμφανίστηκε ξανά στην ιστορία. Τότε ενισχύθηκε η Δημητριάδα και ιδιαίτερα οι δύο γνωστοί, κυρίως από τις βυζαντινές πηγές, μεσαιωνικοί Αλμυροί που βρίσκονταν στην παραλία της σημερινής ομώνυμης κωμόπολης. Τον 12o αι. ο Αλμυρός, στον οποίο στο μεταξύ είχαν εγκατασταθεί Βενετοί, Πιζάτοι, Γενοβέζοι και Εβραίοι, εξελίχθηκε σε μεγάλο εμπορικό κέντρο. Την εποχή αυτή ήταν η πιο σημαντική πόλη της περιοχής και η ακμή αυτή εξηγεί τη συνήθεια που υπήρχε να ονομάζουν τον Παγασητικό, κόλπο του Αλμυρού. Μετά το 1204 η Μαγνησία και η κεντρική Θεσσαλία δόθηκε στον Φράγκο ηγεμόνα του βασιλείου της Θεσσαλονίκης Βονιφάτιο τον Μομφερατικό, ο οποίος τις διαμοίρασε σε υποτελείς του ηγεμόνες. Από τότε η Δημητριάδα και η περιοχή της ανήκαν στη γνωστή βυζαντινή οικογένεια των Μελισσηνών.
Στα χρόνια που ακολούθησαν η Δημητριάδα και οι άλλες παραλιακές πόλεις δέχτηκαν αλλεπάλληλες επιδρομές και σταδιακά παράκμασαν. Με την τουρκική μάλιστα κατάκτηση η παρακμή έλαβε μεγάλες διαστάσεις: οι κάτοικοι άφησαν τα παράλια και εγκαταστάθηκαν στα ορεινά, κυρίως στο Πήλιο· οι δύο μεσαιωνικοί Αλμυροί ερημώθηκαν και οι κάτοικοί τους ίδρυσαν στα μεσόγεια τον σημερινό Αλμυρό· γύρω στο 1600 έφυγαν και οι τελευταίοι κάτοικοι της Δημητριάδας προς τα χωριά του Πηλίου και κυρίως στον Άνω Βόλο, όπου είχε εγκατασταθεί και ο επίσκοπος, ενώ κάτω, το φρούριο του Γόλου, η παλιά δηλαδή Ιωλκός, είχε γίνει έδρα της τοπικής τουρκικής διοίκησης. Από την εποχή αυτή και μετά, τα χωριά του Πηλίου γνώρισαν μεγάλη πνευματική και οικονομική ακμή έως το 1881, οπότε με την απελευθέρωση της Θεσσαλίας αναπτύχθηκε ο Βόλος.
Αρχαιολογία-μνημεία. Σήμερα, στον ν.Μ. σώζονται λίγα από τα λείψανα των ιστορικών της χρόνων. Από τις επτά σπουδαίες μυκηναϊκές πόλεις του ομηρικού καταλόγου λαμπρή εξαίρεση αποτελούν τα ερείπια της Ιωλκού, που άρχισαν να αποκαλύπτονται στις ανασκαφές του 1956, φέρνοντας στο φως το ανάκτορο του Πελία μαζί με άλλα σημαντικά ευρήματα της εποχής. Από τις υπόλοιπες πόλεις με μεγάλη πιθανότητα τοποθετείται η αρχαία Βοίβη πάνω στον μικρό λόφο του Αγίου Αθανασίου στα νοτιοανατολικά κράσπεδα της λίμνης Βοιβηίδος (Κάρλας) όπου και σήμερα ακόμα σώζονται λείψανα οχυρωματικού περιβόλου και πλήθος προϊστορικών οστράκων στην επιφάνεια του λόφου. Οι Γλαφυρές πιστεύεται ότι ήταν χτισμένες στον οχυρωμένο με αρχαϊκό τείχος λόφο που βρίσκεται στα Β του σύγχρονου οικισμού των Γλαφυρών. Η Μελίβοια ταυτίζεται με την τοποθεσία Πολυδένδρι του Αγιόκαμπου, όπου κάθε τόσο αρχαίοι τάφοι της γεωμετρικής και της κλασικής εποχής καθώς και άλλα ευρήματα συνδέουν, υποθετικά μέχρι στιγμής, την θαυμάσια αυτή τοποθεσία με την πατρίδα του Φιλοκτήτη. Τέλος η Ολιζών τοποθετείται στα Ν της Μαγνησίας, απέναντι από το ακρωτήριο της Εύβοιας Αρτεμίσιο, η Θαυμακίη στην ανατολική ακτή της Μαγνησίας κοντά στο σημερινό χωριό Πλατανιάς και η Μεθώνη στα Α του μαγνητικού χωριού Λεχώνια, όπου ένα λόφος περιβάλλεται με θαυμάσιο πολυγωνικό τείχος. Από τις μεταγενέστερες πόλεις, σήμερα είναι ορατά και μάλιστα κοντά στον Βόλο, τα ερείπια των τειχών των Παγασών και της Δημητριάδας, όπου σώζονται σε χιλιόμετρα και σε μερικά σημεία σε ύψος δύο μέτρων. Στην περιοχή του ενός από τους πύργους του τείχους της Δημητριάδας βρέθηκαν οι θαυμάσιες και μοναδικές γραπτές επιτύμβιες στήλες που προέρχονται από το νεκροταφείο της Πασικράτας Αφροδίτης, μαγνητικής χθόνιας θεότητας, και κοσμούν σήμερα το Μουσείο του Βόλου. Σημαντικά είναι επίσης τα ερείπια του μακεδονικού ανακτόρου της Δημητριάδας, που αποτελούν, μαζί με το ανάκτορο της Βεργίνας, τα δύο μεγαλύτερα αρχιτεκτονικά έργα της μακεδονικής περιόδου στη χώρα. Κοντά στο ανάκτορο σώζονται τα λείψανα του ναού της Ιωλκίας Αρτέμιδος και της εμπορικής αγοράς και πιο Δ το αρχαίο θέατρο και οι πεσσοί του ρωμαϊκού υδραγωγείου.
Αλλά και σε ολόκληρο το μήκος των ακτών του Παγασητικού κόλπου και της πλευράς του Αιγαίου λείψανα αρχαίου υλικού θέτουν τα προβλήματα της παρουσίας μιας χαμένης αρχαίας πολιτείας. Στη Μηλίνα, στη Θεοτόκου, στο Λειφόκαστρο, στην Μπούφα –όπου βρίσκεται το ιερό του Κορωπαΐου Απόλλωνα– και τέλος στη Γορίτσα βρίσκονται κάθε τόσο και έχουν εντοπιστεί με βεβαιότητα αρχαία κινητά ευρήματα και ερείπια οικοδομημάτων.
Όσο για τις υπόλοιπες περιοχές του ν.Μ., που δεν ανήκαν σε αυτήν κατά την αρχαιότητα, αλλά βρίσκονται σήμερα μέσα στα όρια του νομού, σπουδαία είναι τα ερείπια του μεγάλου ναού του Θαύλιου Δία στο Βελεστίνο (Φερές), καθώς και τα λείψανα τείχους και αρχαίου θεάτρου των Φθιωτίδων Θηβών κοντά στη Νέα Αγχίαλο. Στην Κεφάλωση του Αλμυρού, τέλος, ένα τείχος με αρχές στη μυκηναϊκή περίοδο σημειώνει τη θέση της αρχαίας Άλου.
Από την παλαιοχριστιανική εποχή, εκτός από τα πολύ σημαντικά και εξαιρετικά πλούσια ευρήματα της Νέας Αγχιάλου, υπολείμματα της ζωής βρέθηκαν και σε άλλες θέσεις. Στη Δημητριάδα έχουν αποκαλυφθεί δύο βασιλικές: η πρώτη βρίσκεται στο κέντρο της χριστιανικής Δημητριάδας κοντά στο βόρειο λιμάνι της πόλης, και είναι τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα, ευρύχωρο αίθριο, βαπτιστήριο και άλλα προσκτίσματα· το δάπεδό της κοσμείται με ψηφιδωτά δάπεδα και φέρει σε δύο σημεία –μπροστά στη σολέα και στον νάρθηκα– την επιγραφή «ΔΑMΟΚΡΑTΙΑ Η ΛΑΜΠΡΟΤΑΤΗ»· διασώζονται επίσης στον νότιο τοίχο και στο αίθριο σπαράγματα τοιχογραφιών, που αποτελούν ένα από τα λίγα γνωστά παραδείγματα τοιχογράφησης των αρχών του 5ου αι. μ.Χ. Η δεύτερη βασιλική (τρίκλιτη με νάρθηκα) βρίσκεται έξω από τα τείχη της αρχαίας Δημητριάδας, κοντά στο νότιο, το εμπορικό λιμάνι, στην πλαγιά του υψώματος του Προφήτη Ηλία. Στη θέση Λάι επίσης υπάρχουν ερείπια μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής και στα Πλατανίδια λείψανα ψηφιδωτών και τοίχων ενός εκτεταμένου κτιριακού συνόλου. Ακόμα υπολείμματα από τη ζωή της εποχής αυτής –τάφοι, επιγραφές, τείχη κλπ.– έχουν βρεθεί στη θέση της αρχαίας Ιωλκού, όπου στα μεσαιωνικά χρόνια αναπτύχθηκε ο Γόλος (= Βόλος). Τέλος κιονόκρανα και άλλα ευρήματα έχουν εντοπιστεί στη θέση Τσιγκέλι, εκεί δηλαδή όπου πιστεύεται ότι βρισκόταν ένας από τους δύο μεσαιωνικούς Αλμυρούς.
Από τη βυζαντινή εποχή το μοναδικό αλώβητο από νεότερες επισκευές μνημείο είναι η εκκλησία του Αγίου Νικολάου στα Κανάλια. Αυτή είναι ένα μικρό μονόχωρο δρομικό κτίσμα που απολήγει στα Α σε τριγωνική αψίδα. Πολύ ενδιαφέροντα στο μικρό αυτό ναΐδριο είναι τα κεραμοπλαστικά κοσμήματα γύρω από τα παράθυρα και οι τοιχογραφίες του 13ου και του 17ου αι. στο εσωτερικό του. Τα υπόλοιπα μνημεία από την εποχή αυτή έχουν επισκευαστεί στα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Η Επισκοπή στον Άνω Βόλο, η οποία πρέπει αρχικά να ήταν σταυροειδής με τρούλο (13ου αι.), ανακαινίστηκε το 1639 από τον επίσκοπο Κάλλιστο. Σήμερα το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στο μνημείο αυτό παρουσιάζει το πλήθος των βυζαντινών γλυπτών, που βρίσκονται εντοιχισμένα στους εξωτερικούς τοίχους.
Από την εποχή της τουρκοκρατίας έχουν διασωθεί πολλά μνημεία, ιδιαίτερα στα ορεινά, όπου είχε καταφύγει ο ελληνικός πληθυσμός. Τα πιο αξιόλογα είναι οι δύο μονές Ξενιάς –Άνω και Κάτω Μονή Ξενιάς– που έχουν χτιστεί επάνω σε παλαιότερους βυζαντινούς ναούς και το ενδιαφέρον τους σήμερα περιορίζεται κυρίως στις μεταβυζαντινές τοιχογραφίες και στις φορητές εικόνες. Άλλοι μικρότεροι ενοριακοί μεταβυζαντινοί ναοί με αξιόλογες τοιχογραφίες και ξυλόγλυπτα τέμπλα βρίσκονται στους Κωφούς, στους Κοκκοτούς, στην Ανάβρα, στην Όθρυ και στο Πήλιο, όπου ο αριθμός των μοναστηριών και των ναών είναι πολύ μεγάλος.
Άποψη τμήματος της βιομηχανικής περιοχής, κοντά στον Βόλο, που αναπτύσσεται με γοργό ρυθμό.
Άποψη του κάμπου της Μαγνησίας.
Ποιμενική εγκατάσταση, στον νομό Μαγνησίας.
Στην Επισκοπή Άνω Βόλου μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα βυζαντινά γλυπτά, που είναι εντοιχισμένα στους εξωτερικούς τοίχους· πρόκειται για τα ωραιότερα βυζαντινά γλυπτά που υπάρχουν στη Μαγνησία.
Ο λόφος της Ιωλκού, αρχαίας πόλης της Μαγνησίας, στον μυχό του Παγασητικού κόλπου· υπήρξε πατρίδα του Ιάσονα, ο οποίος ξεκίνησε από αυτή για την Αργοναυτική Εκστρατεία.
Η Κάτω Μονή Ξενιάς, σπουδαίο μεταβυζαντινό μοναστηριακό σύνολο, που διασώζει αρκετές φορητές εικόνες και αποτελεί μεγάλο κέντρο λατρείας του νομού Μαγνησίας.
Η περιοχή όπου ναυπηγήθηκε το πλοίο «Αργώ» του Ιάσονα.
Ένας από τους πύργους του τείχους της αρχαίας Δημητριάδας, όπου βρέθηκαν οι περισσότερες από τις γραπτές στήλες, που θεωρούνται μοναδικές στον κόσμο (Μουσείο Βόλου).
Άποψη του νεολιθικού οικισμού του Διμηνιού, στον νομό Μαγνησίας.
Η Επισκοπή Άνω Βόλου, βυζαντινός ναός του 13ου αι., που ανακαινίστηκε το 1639 από τον επίσκοπο Κάλλιστο.
Η ανασκαφική τομή της αρχαίας Ιωλκού.
Το λιμάνι της αρχαίας Πυράσου, όπως είναι σήμερα, το οποίο χρησιμοποιούν οι ψαράδες της Νέας Αγχιάλου. Στη νεολιθική αυτή πόλη της Μαγνησίας έχουν βρεθεί στοιχεία πολιτισμού της 7ης χιλιετίας, αλλά δεν έχουν γίνει ακόμα συστηματικές ανασκαφές, όπως και σε πολλές, άλλωστε, περιοχές της Μαγνησίας, αλλά και όλης της Θεσσαλίας.
Άποψη του Παγασητικού κόλπου με την Όρθυ, που κλείνει τον νομό Μαγνησίας προς τα Ν και τον χωρίζει από τον νομό Φθιώτιδος.
Dictionary of Greek. 2013.